Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

Φεγγαροϊστορία


 Μια φορά και ένα καιρό, θα ’τανε θαρρώ κάπου λίγο μετά την δημιουργία του κόσμου, που ένα βράδυ σκοτεινό όπως όλα τα προηγούμενα, μια φωνούλα ακούστηκε μέσα στην σιγαλιά της νύχτας.
- Καλησπέρα φεγγάρι! Γιατί είσαι λυπημένο πάντα και σκοτεινό;
Το φεγγάρι μέσα από τα μισόκλειστα μάτια του κοίταξε γύρω του, χωρίς να μπορέσει δει ποιος του μιλάει.
- Πώς να μην είμαι, αφού μου λείπει η μεγάλη μου αγάπη, ο ήλιος μου! Ψιθύρισε λυπημένα. Εσύ ποιος είσαι;
- Είμαι το συννεφάκι που τριγυρνώ εδώ και καιρό γύρω από σένα.
-Δεν μπορώ να σε δω γιατί λείπει ο ήλιος μου και είναι σκοτεινά και μαύρα.
- Ο ήλιος σου έδωσε ως δώρο φως από κείνον και έχεις την λάμψη μέσα σου. Αν θες μπορείς να με δεις, αρκεί να ανοίξεις τα μάτια σου.
-Ουφ, άσε με! Είμαι κουρασμένο είπε το φεγγάρι και σκοτείνιασε ακόμα περισσότερο.
-Δεν μπορεί, κάτι θα υπάρχει να κάνω για σένα, για να μην είσαι τόσο λυπημένο, μουρμούρισε το συννεφάκι.
-Να μου φέρεις τον ήλιο μου πίσω, είπε το φεγγάρι. Χωρίς τον ήλιο μου οι πληγές μου θα μεγαλώνουν. Αν δεν μπορείς να το κάνεις, άσε με μόνο με την λύπη μου.

- Αχ, αυτό δεν μπορώ να το κάνω, είπε το συννεφάκι και σκοτείνιασε και αυτό. Απομακρύνθηκε από το φεγγάρι, μια και δεν ήθελε να γίνεται ενοχλητικό, αλλά στο μυαλουδάκι του έψαχνε να βρει μια λύση, για να μην είναι τόσο λυπημένο το φεγγάρι. Πέρασαν αρκετές ώρες,  μέχρι που τελικά του ήρθε μια ιδέα που του φάνηκε καλή και αποφάσισε να την πραγματοποιήσει.
Έκανε μια βουτιά και κατέβηκε στη γη. Μάζεψε μια χούφτα ελιές μεγάλες, αυτές τις μαυρομάτες, και τις ζούλισε μέχρι που έβγαλαν το λάδι τους.
Στη συνέχεια, μέσα στο βάζο που είχε το λάδι αυτό, πρόσθεσε δροσοσταγόνες, τα κρυφά δάκρυα του φεγγαριού, πρόσθεσε και άρωμα από μυρωδάτα κόκκινα τριαντάφυλλα, συμπλήρωσε το μείγμα με δύο φυλλαράκια αγάπη, μια ντουζίνα φιλιά και μια ηλιαχτίδα που κατάφερε να παγιδέψει με πολύ δυσκολία μέσα στο βάζο του. Τα ανακάτεψε πολύ καλά και ξεκίνησε να πάει κοντά στο φεγγάρι ξανά.

Το συννεφάκι καθώς έκανε το ταξίδι της επιστροφής, μάζεψε όσες σκέψεις βρήκε για το φεγγάρι. Μάζεψε τις σκέψεις του ήλιου, τις δικές του και των άλλων που νοιαζόταν για το φεγγαράκι και, όταν έφτασε στον ουρανό, τις σκόρπισε γύρω από το σκοτεινό φεγγάρι.
Το φεγγάρι ένιωσε την παρουσία των σκέψεων και άνοιξε λίγο παραπάνω τα μάτια του.
-Τι είναι αυτά που μου έφερες γύρω μου;
-Είναι αστεράκια, δηλαδή οι σκέψεις από τον ήλιο και όλους τους άλλους που νοιάζονται για σένα. Σου έφερα και κάτι ακόμα.
- Σκέψεις από τον ήλιο μου και τους άλλους που νοιάζονται για μένα; Είπε όλο έκπληξη το φεγγάρι, ανοίγοντας τα μάτια του διάπλατα. Νόμιζα πως κανείς δεν με σκέφτεται!
Τότε το συννεφάκι άνοιξε το βάζο που κρατούσε, έριξε πάνω στην χούφτα του λίγο από το μείγμα που είχε φτιάξει και με απαλές κυκλικές κινήσεις άρχισε να το απλώνει στην πλάτη του φεγγαριού.
Το φεγγάρι αφέθηκε στα χέρια του σύννεφου, μια και δεν είχε όρεξη ούτε καν για να διαμαρτυρηθεί.
Με τα ακροδάχτυλα του το συννεφάκι άγγιξε με προσοχή τους τεράστιους κρατήρες του φεγγαριού, προσέχοντας να μην το πονέσει. Το μείγμα άρχισε να δημιουργεί σταδιακά μια λεπτή διάφανη κρούστα, δροσερεύοντας τις τεράστιες πληγές του φεγγαριού. Η ηλιαχτίδα που απλώνονταν πάνω του με το απαλό μασάζ από τις παλάμες του σύννεφου ζέσταναν την καρδιά, μαλάκωσαν τον πόνο και χαλάρωσαν τους μύες του φεγγαριού.


Το χρώμα του φεγγαριού άρχισε να αλλάζει σταδιακά. Η μαυρίλα του φωτίστηκε και φάνηκε το ασημί χρώμα που έκρυβε στην καρδιά του, καθώς άνοιγε διάπλατα τα μάτια του ξαφνιασμένο από την απροσδόκητη δράση του μασάζ. Αμέσως με την αλλαγή του χρώματος του φεγγαριού και ο ουρανός δανείστηκε από τη λάμψη του και φωτίστηκε με ένα απαλό, χλωμό φως. Μ’ αυτά τα θαυμαστά που γίνονταν, και τα αστεράκια χάρηκαν και άναψαν τα λυχναράκια τους, για να τα βλέπει καλύτερα το φεγγάρι πως ήταν εκεί παρέα του.

-Κοιμήσου φεγγαράκι μου και αύριο βράδυ θα έρθω ξανά να σου απλώσω ξανά λίγο μαγικό βάλσαμο στις πληγές σου. Ψιθύρισε το συννεφάκι κοντά στο αυτί του φεγγαριού.
Το φεγγαράκι άρχισε να κλείνει τα μάτια του, μια και ήταν πολύ κουρασμένο. Εκείνη λοιπόν την στιγμή που τα βλέφαρα βάραιναν ήταν που ο ήλιος ξύπναγε και άρχισε να τεντώνεται, προβάλλοντας τις πρώτες αχτίδες του πίσω από το βουνό, χαρίζοντας στον ουρανό τις πρώτες λάμψεις και την ζεστασιά του.

Και, ναι, εκείνη την μαγική στιγμή συναντήθηκαν για λίγο οι ματιές του φεγγαριού και του αγαπημένου του ήλιου και το φεγγάρι έκλεισε ευχαριστημένο τα μάτια και αφέθηκε στην αγκαλιά των όμορφων ονείρων!!
 Το ήξερε πως οι πληγές του δεν θα επουλωνόταν ποτέ όμως κάπως μαλάκωσε ο πόνος του με το μαγικό μείγμα που του άπλωνε το συννεφάκι.

Το συννεφάκι ευχαριστημένο και ικανοποιημένο άφησε το αεράκι να το παρασύρει καθώς έκλεινε και εκείνο τα μάτια του!!
-Καληνύχτα φεγγαράκι!! Ψιθύρισε και χώθηκε στην αγκάλη του Μορφέα.

Από εκείνη τη βραδιά και μετά, κάθε βράδυ το φεγγάρι λάμπει στον ουρανό. Έμαθε να ζει μόνο με την παρέα από τις σκέψεις του αγαπημένου του ήλιου και των άλλων που νοιάζονταν για κείνο. Τριγύρω του τα αστεράκια κάθε βράδυ ανάβουν τα λυχναράκια τους και του κρατάνε συντροφιά.


from gold......idea  (12-10-2011)